Ο καθηγητής Επιδημιολογίας, Δημήτρης Παρασκευής, εμφανίστηκε καθησυχαστικός αναφορικά με την εξέλιξη του μεταπνευμοϊού. Σύμφωνα με τις δηλώσεις του, δεν υπάρχουν ενδείξεις που να δείχνουν ότι ο ιός παρουσιάζει σημαντικές μεταλλάξεις. Η σταθερότητα αυτή καθιστά τον ιό λιγότερο επιρρεπή στις αλλαγές, κάτι που μειώνει την πιθανότητα να υπάρξουν ξαφνικές και απρόβλεπτες αναζωπυρώσεις. Οι επιστήμονες εξηγούν ότι ο μεταπνευμοϊός έχει ένα πιο σταθερό γονιδιακό υλικό συγκριτικά με άλλους ιούς, γεγονός που δυσκολεύει τις μεταλλάξεις.
Αυτή η σταθερότητα μπορεί να οφείλεται στη δομή του ιού ή σε άλλες βασικές λειτουργίες του, που δεν επιτρέπουν εύκολα αλλαγές στο γενετικό του υλικό. Σε συνεργασία με τις υγειονομικές αρχές, οι ειδικοί συνεχίζουν να παρακολουθούν στενά τον μεταπνευμοϊό, παρόλο που δεν έχουν διαπιστωθεί ανησυχητικές διακυμάνσεις ή μεταλλάξεις. Συνολικά, η προσεκτική παρακολούθηση και η έρευνα είναι κρίσιμες για την αποτροπή οποιονδήποτε κινδύνων, διατηρώντας έτσι την κοινότητα ενημερωμένη και ασφαλή.
Σύμφωνα με τις οδηγίες από την Ελληνική Πνευμονολογική Εταιρεία:
«Είναι ένας ιός που συνήθως προκαλεί συμπτώματα παρόμοια με το κοινό κρυολόγημα. 10% έως 12% των αναπνευστικών ασθενειών στα παιδιά προκαλούνται από τον HMPV. Συχνά προκαλεί λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού, αλλά μερικές φορές μπορεί να προκαλέσει λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού, όπως πνευμονία, ή να επιδεινώσει προϋπάρχουσες καταστάσεις όπως εξάρσεις άσθματος και ΧΑΠ», εξηγεί η Αδαμαντία Λιαπίκου Πνευμονολόγος, MD, PHD, Συντονίστρια Διευθύντρια της 5ης Πνευμονολογικής Κλινικής ΓΝΝΘΑ «Η Σωτηρία», Υπεύθυνη της Ομάδας Εργασίας της ΕΠΕ για τις Λοιμώξεις του Αναπνευστικού Συστήματος.
«Οι λοιμώξεις από HMPV είναι πιο συχνές το χειμώνα. Τα ήπια περιστατικά ανθρώπινου μεταπνευμοϊού διαρκούν συνήθως μερικές ημέρες έως μία εβδομάδα».
Για τα συμπτώματα του ανθρώπινου μεταπνευμοϊού η Βασιλική Γεωργακοπούλου Πνευμονολόγος – Φυματιολόγος, Επιμελήτρια Β, Κλινική Παθολογικής Φυσιολογίας ΕΚΠΑ, Υπεύθυνη της Ομάδας Εργασίας της ΕΠΕ για τις Λοιμώξεις του Αναπνευστικού Συστήματος, αναφέρει ότι περιλαμβάνουν:
- βήχα
- πυρετό
- καταρροή ή βουλωμένη μύτη
- πονόλαιμο
- συριγμό
- σε μερικές περιπτώσεις, δύσπνοια
«Ο HMPV μεταδίδεται με άμεση επαφή με κάποιον που τον έχει μέσω σταγονιδίων (π.χ. από βήχα) ή από το άγγιγμα πραγμάτων που έχουν μολυνθεί από τον ιό. Ο ανθρώπινος μεταπνευμοϊός είναι παρόμοιος με τον RSV (αναπνευστικός συγκυτιακός ιός). Ανήκει στο ίδιο γένος – ή επιστημονική ομάδα– με τον RSV (πνευμοϊός) και μπορεί να προκαλέσει παρόμοια συμπτώματα. Η ηλικία αιχμής για σοβαρή ασθένεια από HMPV είναι μεταξύ 6 και 12 μηνών.
Οι ομάδες υψηλού κινδύνου είναι:
- Άτομα ηλικίας <5 ετών (ιδιαιτέρως πρόωρα βρέφη) ή >65 ετών
- Άτομα με χαμηλή άμυνα (από καταστάσεις όπως HIV, καρκίνος ή αυτοάνοσες διαταραχές ή από φάρμακα που καταστέλλουν το ανοσοποιητικό μας σύστημα)
- Ασθενείς με χρόνια υποκείμενα νοσήματα με προεξάρχοντα το άσθμα και τη ΧΑΠ